Γεια σας φίλοι μου,
Πέρασαν τρεις μήνες από τότε που έγραψα την τελευταία ανάρτησή μου. Όπως κάποιοι από σας ήδη ξέρετε, ο σύζυγός μου και εγώ πήγαμε στην πατρίδα μου όπου δουλέψαμε για λίγο καιρό σε ένα συγγενικό εστιατόριο. Το ότι δούλεψα επαγγελματικά μέσα σε εστιατόριο ήταν ανεπανάληπτη εμπειρία.
Δυστυχώς δεν έχω φωτογραφίες από τα φαγητά που φτιάχναμε γιατί ήταν αδύνατον να έχω φωτογραφική μαζί μου την ώρα της δουλειάς, εκτός από μερικές φορές που τράβηξα κάποιες φωτογραφίες στο κινητό μου.
Η σημερινή ανάρτηση είναι ένα φωτογραφικό ταξίδι στην Κύπρο, για να μοιραστώ μαζί σας κάποια από τα μέρη που επισκεφτήκαμε. Τα ρεπό μας με τον σύζυγό μου δεν συνέπεσαν παρά μόνο μια φορά και συνήθως την ημέρα που είχα ρεπό, είχα αρκετές δουλειές να κάνω που δεν έμενε χρόνος για βόλτες. Σταματήσαμε να δουλεύουμε μια βδομάδα πριν φύγουμε για να περάσουμε λίγο χρόνο με το γιο μας και για να επισκεφτούμε μερικά μέρη που είχαμε χρόνια να πάμε. Σε ένα από τα ρεπό μου ο σύζυγός μου δούλευε και έτσι πήγαμε με το γιο μου μια βόλτα μέχρι την Ακτή του Κυβερνήτη αλλιώς Governor’s Beach, που βρίσκεται στα σύνορα Λεμεσού – Λάρνακας, περίπου 26 χλμ. από τη Λεμεσό.
Όλα αυτά τα εστιατόρια που σφύζουν από ζωή το καλοκαίρι, ήταν έρημα. Παρόλο που ήταν ηλιόλουστη ημέρα, έκανε κρύο και αφού ήπιαμε ένα καφέ και περπατήσαμε λιγάκι στην παραλία, γυρίσαμε πίσω στη Λεμεσό.
Μια άλλη ημέρα επισκεφτήκαμε το Πισσούρι, ένα όμορφο, γραφικό χωριό που βρίσκεται 30 χλμ από τη Λεμεσό, στη διαδρομή προς την Πάφο. Το χωριό βρίσκεται πάνω σε ένα λόφο και απλώνεται μέχρι κάτω στην παραλία.
Η Πάφος βρίσκεται 50 χλμ. δυτικά της Λεμεσού. Πήγαμε βόλτα ένα μεσημέρι, αφού το πρωί είχα κάποια άλλη υποχρέωση. Πηγαίνοντας προς Πάφο περάσαμε από το Κολόσσι που ήταν το χωριό της γιαγιάς μου, από την πλευρά της μητέρας μου. Απ’ ότι έμαθα από την μεγαλύτερη αδελφή μου, τα κτήματα της γιαγιάς μου βρίσκονταν πίσω από το Μεσαιωνικό Κάστρο “Κούλας”, που βρίσκεται πολύ κοντά στο χωριό. Το χωριό ή μάλλον το κάστρο έχει μεγάλη ιστορία αφού τον 12 αιώνα ο Ριχάρδος ο Λεοντόκαρδος πηγαίνοντας στους Αγίους τόπους, κατέλαβε τη Λεμεσό και μετά την Κύπρο ολόκληρη, δίνοντας μάχη στην πεδιάδα του Κολοσσιού. Αφού λεηλάτησε το νησί, πούλησε την Κύπρο στους Ναΐτες Ιππότες που ήταν σύμμαχοι του και αργότερα αυτοί με τη σειρά τους την πούλησαν στον Γκυ τον Λουζινιάν, ο οποίος χώρισε την Κύπρο σε φέουδα. Το 1210 το Κολόσσι παραχωρείται από τον Βασιλιά Ούγο στο Τάγμα των Ιωαννιτών Ιπποτών, οι οποίοι κτίζουν το κάστρο σαν έδρα της Ανωτάτης Στρατιωτικής Διοίκησης του νησιού, δηλαδή της Grande Commanderie. Το κάστρο καταστράφηκε από τις επιδρομές των Μαμελούκων γύρω στο 1425. Ξανακτίστηκε με τη σημερινή του μορφή το 1454. Στις εκτάσεις της εύφορης κοιλάδας, στις εκβολές του Ποταμού Κούρη η Grande Commanderie, όπως αναφέρεται από τους περιηγητές του μεσαίωνα, φημιζόταν για τις απέραντες φυτείες ζαχαροκάλαμου, αμπελιών, ελαιώνων, χαρουπιών, δημητριακών και βαμβακιού και απετέλεσε κατά την Φραγκοκρατία ένα από τα σημαντικότερα φέουδα των Φράγκων ευγενών. Το φημισμένο Κυπριακό κρασί, γνωστό από την αρχαιότητα, συνεχίζει να παράγεται από τους ιππότες, οι οποίοι το εξάγουν και γίνεται γνωστό στο εξωτερικό σαν Commandaria.
Πηγαίνοντας προς την Πάφο συναντάμε την αρχαία πόλη του Κουρίου. Ο Ηρόδοτος και ο Στράβωνας αναφέρουν ότι η πόλη ιδρύθηκε από Αχαιούς αποίκους από το Άργος γύρο στο 1.200 π.Χ., και ότι ήταν ένα από τα πιο πλούσια και ισχυρά βασίλεια της Κύπρου. Επίσης αναφορά υπάρχει από το Βασιλιά της Ασσυρίας Εσαραδδών (673-672 π.Χ) όπου το Κούριον αναφέρεται μεταξύ των άλλων βασιλείων της Κύπρου, όπως το Ιδάλιον, το Κίτιον, η Σαλαμίνα, οι Χύτροι, η Λήδρα, η Ταμασσός και οι Σόλλοι.
Το Ελληνο-Ρωμαϊκό θέατρο του Κουρίου το οποίο έχει αναστηλωθεί, είναι εντυπωσιακό. Στο Θέατρο του Κουρίου γίνονται πολλές πολιτιστικές δραστηριότητες και θεατρικές παραστάσεις, ιδιαίτερα το καλοκαίρι.
Στο Κούριο εκτός από την Αρχαία αγορά, σώζονται και πολλές οικίες, όπως αυτή του Ευστολίου. Το κτήριο αυτό φαίνεται ότι είχε κτιστεί αρχικά ως ανακτορική οικία. Αποτελείται από πολλά δωμάτια, τα οποία συγκεντρώνονται γύρω από δύο εσωτερικές αυλές, και ένα σύμπλεγμα λουτρών.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα ψηφιδωτά δάπεδα που καλύπτουν το μεγαλύτερο μέρος του κτιρίου.
Μέσα από τις επιγραφές αποκαλύπτεται το όνομα του ιδιοκτήτη της οικίας, του Ευστολίου, καθώς και η χριστιανική του ταυτότητα. Αξίζει να σημειωθεί ότι στις επιγραφές αναφέρεται και ο Απόλλωνας, ο παλαιότερος προστάτης του Κουρίου. Ο Αρχαίο Ναός του Απόλλωνα Υλάτη βρίσκεται 2.5 χλμ δυτικά της αρχαίας πόλης.
Η θέα από την οικία του Ευστολίου είναι εξαιρετική και βλέπεις μέχρι και το Ακρωτήρι. Ατέλειωτη θέα μέχρι τον κόλπο του Ακρωτηρίου.
Η Πέτρα του Ρωμιού στο βάθος και η Πέτρα του Διγενή μπροστά.
Αυτοί οι δύο βράχοι σχετίζονται με δύο ξεχωριστούς μύθους. Σύμφωνα με την Ελληνική μυθολογία, εδώ αναδύθηκε από τη θάλασσα η θεά Αφροδίτη όταν ο Κρόνος ακρωτηρίασε τα γεννητικά όργανα του πατέρα του Ουρανού και τα πέταξε στη θάλασσα.΄ Από τους αφρούς που δημιουργήθηκαν αναδύθηκε η Αφροδίτη!
Ο άλλος μύθος σχετίζεται με τα ανδραγαθήματα του Διγενή Ακρίτα. Ο Βασίλειος, όπως τον έλεγαν ήταν μισός Ρωμιός και μισός Σύριος. Σύμφωνα με το μύθο, ο Βασίλειος πέταξε αυτό το βράχο για να εμποδίσει τους Σαρακηνούς να εισβάλουν στο νησί.
Η Πάφος βρίσκεται στη Δυτική άκρη της Κύπρου. Μετά την επίσκεψή μας στο Κολόσσι και στο Κούριο φτάσαμε στην Πάφο, αργά.
Κάναμε τη βόλτα μας στην παραλία μέχρι το Μεσαιωνικό Κάστρο όπου βγάλαμε λίγες φωτογραφίες και καθίσαμε να φάμε και να πιούμε έναν καφέ πριν γυρίσουμε πίσω στη Λεμεσό.
Σε μια άλλη κοντινή επίσκεψη στη Χοιροκοιτία, κάναμε μια μικρή παράκαμψη για να επισκεφτούμε το μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου του Αλαμάνου.
Το γυναικείο αυτό μοναστήρι αυτό είναι 20 χλμ από τη Λεμεσό. Όταν ήμουν μικρή το επισκεπτόμαστε συχνά γιατί είχαμε κάποια συγγένεια με την Ηγουμένη της Μονής. Ο σύζυγος μου, δεν έτυχε να το ξαναεπισκεφτεί και έτσι ήταν ευκαιρία να πάμε και εκεί.
Φτάσαμε γύρω στο μεσημέρι. Στην είσοδο συναντήσαμε μερικές μοναχές αλλά μέχρι να προσκυνήσουμε και να γυρίσουμε, είχαν εξαφανιστεί όλες. Μπαίνοντας μέσα υπήρχε ένα τραπεζάκι με προϊόντα που πουλάνε. Ήθελα να αγοράσω ένα μπουκάλι ροδόνερο που φτιάχνουν εκεί, αλλά το σήμαντρο που ακούσαμε λίγο νωρίτερα, ήταν μάλλον κάλεσμα για φαγητό και οι καλόγριες εξαφανίστηκαν και έτσι φύγαμε χωρίς να αγοράσουμε γιατί δεν είχαμε χρόνο να περιμένουμε. Συναντάμε τον οικισμό της Χοιροκοιτίας λίγα χλμ μετά τον Άγιο Γεώργιο Αλαμάνου, με κατεύθυνση προς τη Λευκωσία ή Λάρνακα. Ο οικισμός βρίσκεται πάνω σε ένα λόφο, περιτριγυρισμένος από τείχος που έχει ανασκαφεί από ανατολικά και βόρεια του οικισμού.
Πρέπει να σας προειδοποιήσω ότι το ανέβασμα στην απότομη πλαγιά δεν είναι τόσο εύκολο όσο φαίνεται. Τα πόδια μου ήταν πιασμένα για μια βδομάδα 🙂 Ο χώρος είναι γνωστός σαν ένας από τους σπουδαιότερος διατηρημένους προϊστορικούς οικισμούς της ανατολικής Μεσογείου. Ο Πολιτισμός της Χοιροκοιτίας χρονολογείται από το 7000 – 5800 π.Χ. και ο μεταγενέστερος Ακεραμικός Πολιτισμός από το 5000 π.Χ. Οι ανασκαφές στο χώρο, ο οποίος περιλαμβάνεται στον Κατάλογο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της ΟΥΝΕΣΚΟ, άρχισαν το 1936 από τον τότε Έφορο του Τμήματος Αρχαιοτήτων Πορφύριο Δίκαιο και από το 1976 οι ανασκαφές συνεχίστηκαν από Γαλλική αρχαιολογική αποστολή, υπό τη διεύθυνση του A. Le Brun. Ο οικισμός εκτείνεται στην απότομη πλαγιά ενός λόφου και περικλείεται από τοίχο ο οποίος αποκαλύφθηκε στα δυτικά και βόρεια. Με τη σταδιακή εγκατάλειψη της βόρειας πλαγιάς και την επέκταση στα δυτικά, ο οικισμός λαμβάνει μια νέα μορφή η οποία ορίζεται από νεότερο τοίχο. Οι κατασκευές είναι κυκλικές με επίπεδες οροφές. Κάθε κατοικία αποτελείτο από αριθμό κυκλικών κατασκευών συγκεντρωμένων γύρω από μία μικρή εσωτερική αυλή, όπου υπήρχε μια εγκατάσταση για το άλεσμα των σιτηρών. Αντικείμενα καθημερινής χρήσης περιλάμβαναν εργαλεία φτιαγμένα από λίθο ή από οστά ζώων, λίθινα σκεύη και ψάθινα αντικείμενα. Οι νεκροί ενταφιάζονταν σε λάκκους που ανοίγονταν στο δάπεδο των οικιστικών μονάδων. Συχνά συνοδεύονταν από λίθινα αγγεία και περιδέραια. Οι διατροφικές ανάγκες των κατοίκων καλύπτονταν από την κτηνοτροφία, το κυνήγι, τη γεωργία και συλλογή άγριων καρπών. Ο οικισμός εγκαταλείφθηκε περίπου το 5800 π.Χ. Η δεύτερη περίοδος κατοίκησης του ξεκινά το 5000 π.Χ., με πληθυσμό προερχόμενο από τον Πολιτισμό της Σωτήρας, ο οποίος γνώριζε την τέχνη της κεραμικής.
Το Τμήμα Αρχαιοτήτων, μέσα στα πλαίσια της προσπάθειάς του για καλύτερη προστασία του αρχαιολογικού χώρου, αλλά και αναβάθμισης της πληροφόρησης των επισκεπτών, προχώρησε σε αναπαράσταση μέρους του οικισμού (πέντε κυκλικές κατασκευές και τμήμα του περιμετρικού τοίχου μαζί με μια από τις εισόδους).
Χρησιμοποιήθηκαν πρώτες ύλες από το άμεσο περιβάλλον του οικισμού και η όλη εργασία προχώρησε λαμβάνοντας υπ’ όψιν τα μέχρι τότε ανασκαφικά δεδομένα, τα οποία μάλιστα, σύμφωνα με τους ανασκαφείς, είχαν ανατρέψει την παλαιότερη άποψη ότι οι στέγες των κυκλικών κατασκευών ήταν θολωτές. Στο εσωτερικό των κατασκευών τοποθετήθηκαν τόσο αυθεντικά αντικείμενα όσο και αντίγραφα, σε μια προσπάθεια αναπαράστασης κάποιων πτυχών της καθημερινής ζωής στην Νεολιθική Κύπρο.
Μία κατασκευή αφέθηκε σε ημιτελή μορφή και έτσι διακρίνονται τα διάφορα στάδια ανέγερσης και τα υλικά που χρησιμοποιήθηκαν για το σκοπό αυτό: πέτρες, πλιθάρια, ξύλα και καλάμια. Η Κύπρος πάντα αντιμετώπιζε προβλήματα ανομβρίας και για το σκοπό αυτό κτίστηκαν πάρα πολλοί υδατοφράχτες. Το φράγμα της Γερμασόγειας είναι το πιο κοντινό στη Λεμεσό.
Η τελευταία φορά που είχα να πάω εκεί ήταν πάνω από τριάντα χρόνια. Από το κέντρο της πόλης είναι μόνο 10 – 15 λεπτά με το αυτοκίνητο και εκεί μπορείς να απολαύσεις τη φύση, να περπατήσεις σε μονοπάτια, αλλά επίσης προσφέρεται για όσους ασχολούνται με σπορ όπως το ψάρεμα ή το κανό, είναι ένας τρόπος να ξεφεύγουν από την πόλη.
Παλιά για να πας στη Γερμασόγεια ήταν ολόκληρη εκδρομή. Τώρα η Γερμασόγεια έχει πλέον ενωθεί με τη Λεμεσό και η διαδρομή από το παλιό γεφύρι της Γερμασόγειας μέχρι το φράγμα έχει γεμίσει με σπίτια.
Το Όμοδος είναι ένα από τα κρασοχώρια της επαρχίας Λεμεσού, στους πρόποδες του Τροόδους, 42 χλμ βορειοδυτικά της πόλης (περίπου 30 λεπτά με αυτοκίνητο). Στη γύρω περιοχή υπάρχουν πολλά όμορφα χωριουδάκια, οινοποιεία, αλλά και μουσεία κρασιού. Ο ληνός του χωριού χρονολογείται από τον μεσαίωνα.
Το Μοναστήρι του Τιμίου Σταυρού ιδρύθηκε το 327 μ.Χ. Αργότερα το επισκέφτηκε η Αγία Ελένη κατά την επιστροφή της από τους Αγίους Τόπους και εκεί άφησε ένα κομμάτι από το Τίμιο Σχοινί που έδεσαν τον Χριστό και κομμάτι από τον Τίμιο Σταυρό όπου τον σταύρωσαν.
Αυτά καθώς και λείψανα Αγίων, καθώς και η κάρα του Αγίου Φιλίππου και άλλα ιερά κειμήλια προσελκύουν αρκετούς προσκυνητές στο χωριό.
Στο χωριό μπορείτε να επισκεφτείτε λαογραφικά μουσεία, εργαστήρια κεντημάτων κλπ. Υπάρχουν αρκετά εστιατόρια και καφετέριες, καταστήματα με σουβενίρ και είδη χειροτεχνίας καθώς και μαγαζιά όπου μπορείτε να αγοράσετε τα φημισμένα παξιμάδια και ψωμιά “τα αρκατένα” τα οποία φτιάχνονται με μαγιά από ρεβίθια. Μπορείτε επίσης να αγοράσετε ή απλώς να δοκιμάσετε άλλα ξακουστά προϊόντα όπως το “τερατσόμελο” (χαρουπόμελο) και τον παραδοσιακό “σουτζούκο”, φτιαγμένο με μούστο και αμύγδαλα ή οι πιο σύγχρονες δημιουργίες που γίνονται από χαρούπι και καρύδια, με ρόδι κλπ. Επίσης το χωριό φημίζεται για τα κεντήματά του και τα πλεκτά με βελονάκι.
Τοπικά προϊόντα όπως αρκατένα, μέλι κλπ.
Σουτζούκος από Ρόδι ή Χαρούπι, γεμιστός με αμύγδαλα ή καρύδια, αντίστοιχα.
Γυναίκα του χωριού κάθεται σε δρομάκι και πλέκει.
Στα αριστερά πλεκτό με βελόνα ραψίματος και στα δεξιά πλεκτό με βελονάκι.
Διάφορα κεντήματα
Ταβέρνα στο χωριό
Στο δρόμο της επιστροφής κάναμε μια μικρή παράκαμψη για να επισκεφτούμε τη Λόφου, το χωριό του πατέρα μου. Το χωριό πήρε την ονομασία του από τη λέξη “λόφος” από τη φυσική του θέση επειδή το χωριό είναι κτισμένο αμφιθεατρικά πάνω σε λόφους. Η ονομασία “Λόφου” είναι απλά παραφθορά της αρχικής ονομασίας.
Το χωριό βρίσκεται 26 χλμ βορειοδυτικά της Λεμεσού, κτισμένο αμφιθεατρικά πάνω σε λόφους, σε υψόμετρο 780 μέτρων. Το χωριό είναι περιτριγυρισμένο από βουνά με στενές, βαθιές κοιλάδες και απότομες πλαγιές, διαμελισμένο από τα ποτάμια – δίκτυα του Κρυού και του Κούρη, παραποτάμων του ποταμού Κούρη.
Το χωριό χρονολογείται από τα Βυζαντινά χρόνια ενώ αρχαιολογικές ανασκαφές έχουν φέρει στην επιφάνεια ευρήματα της εποχής του χαλκού. Η Λόφου ήταν ένα από τα σημαντικότερα κρασοχώρια της επαρχίας Λεμεσού και πριν πολλά χρόνια ήταν πλούσιο χωριό λόγω των υδάτινων πόρων που είχε.
Μετά τον πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο αλλά και στη συνέχεια μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, ο πληθυσμός του χωριού αρχίζει να μειώνεται αισθητά. Ήδη από παλιά οι κάτοικοι της Λόφου είχαν χωράφια στον Ύψωνα, στα οποία καλλιεργούσαν “τεράτσια” (χαρούπια) και σιτηρά. Αρκετοί από τους διακινούμενους γεωργούς εγκαταστάθηκαν σταδιακά στον Ύψωνα. Κατά την περίοδο της Αγγλοκρατίας παρατηρείται σταθερή πληθυσμιακή παρακμή της Λόφου προς όφελος του Ύψωνα και στη συνέχεια λόγω αστυφιλίας πολλοί μετακόμισαν στη Λεμεσό, για να βρουν δουλειά. Η εκκλησία του χωριού, η Παναγία η Χρυσολοφίτισσα, είναι αφιερωμένη στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου. Την εκκλησία έκτισαν αφιλοκερδώς οι κάτοικοι του χωριού το 1872, εκτός από μερικών ξένων τεχνιτών που χρειάστηκε να προσλάβουν, πληρώθηκαν.
Το χωριό εγκαταλείφθηκε σχεδόν ολοσχερώς προς το τέλος του 20ου αιώνα. Από 962 κατοίκους που είχε το 1921 έμειναν γύρω στους 50 κατοίκους το 2001. Το 1987, ο Σύνδεσμος Αποδήμων Λόφου αρχίζει τις προσπάθειες του για την ανάπτυξη του χωριού και την επάνοδο των ανθρώπων που είχαν την καταγωγή τους στη Λόφου. Μπορείτε να μάθετε περισσότερα για τη Λόφου, παρακολουθώντας το ντοκυμαντέρ που ετοίμασε ο Σύλλογος Αποδήμων Λόφου.
Από τότε έγιναν σημαντικές αλλαγές και πολλοί από τους ιδιοκτήτες των σπιτιών ανακαίνισαν τα παλιά σπίτια τους και τα χρησιμοποιούν σαν εξοχικές κατοικίες. Στο χωριό θα βρείτε, εστιατόρια, ταβέρνες, καφενεία, ξενοδοχείο, ξενώνες, καταστήματα, λαογραφικό μουσείο κ.ά. Το καλοκαίρι ο πληθυσμός ανεβαίνει στους 2000.
Ανακαινισμένο παραδοσιακό σπίτι στη Λόφου
Τα σπίτια του χωριού ήταν συνήθως διώροφα. Υπάρχουν ακόμη αρκετά σπίτια που δεν έχουν ανακαινιστεί. Μπήκαμε μέσα σε ένα από αυτά να δούμε πως ήταν. Συνήθως τα παλιά τα σπίτια είχαν ένα ψηλό τοίχο προς τη μεριά του δρόμου με την εξώπορτα. Μπαίνοντας μέσα ήταν η αυλή με σταύλο για άλογα ή γαϊδούρια καθώς και χώρος για άλλα οικόσιτα ζώα. Τα δωμάτια κάτω ήταν συνήθως αποθηκευτικοί χώροι και “ο απόπατος” δηλαδή το αποχωρητήριο, που ήταν ένα μικρό δωμάτιο με μια τρύπα στη μέση και από κάτω ο βόθρος, βρισκόταν κάπου σε μια γωνιά της αυλής. Ο πατέρας μου έφυγε νεαρός από το χωριό και έτσι δεν γνωρίσαμε τη Λόφου, αλλά σαν παιδιά, όποτε επισκεπτόμαστε κάποιο άλλο χωριό και έπρεπε να πάμε στην “τουαλέτα”, πάντα φοβόμασταν μην πέσουμε μέσα σε κείνη την τρύπα!! Φαντάζομαι την αυλή με δέντρα, λουλούδια και κληματαριά για σκιά, μια γούρνα κάτω από την καμάρα για να ποτίζουν τα ζώα και πάνω από την καμάρα η πέτρινη σκάλα που οδηγούσε στο “ανώι” (ανώγι), γεμάτη γλάστρες και ντενεκέδες με λουλούδια.
Ανεβαίνοντας τη σκάλα, ένα ξύλινο μπαλκόνι οδηγούσε στην κουζίνα με το τζάκι και φαντάζομαι την οικογένεια μαζεμένη γύρω του, με ένα τσουκάλι να κρέμεται πάνω από τη φωτιά, να μοσχοβολάει το σπίτι. Τι να είχαν άραγε τα ράφια πάνω από το τζάκι; Να ήταν διάφορες κατσαρόλες, μια λάμπα πετρελαίου ή απλώς να ήταν στολισμένο με όμορφα αντικείμενα της εποχής; Τα υπόλοιπα δωμάτια σίγουρα ήταν υπνοδωμάτια και ίσως να υπήρχε και μια σάλα εάν το σπίτι ανήκε σε εύπορη οικογένεια.
Η στέγη ήταν φτιαγμένη από “βολίτζια” που ήταν δοκάρια από κορμούς δέντρων για να κρατάνε τα καλάμια ή την ψαθαρκά ή άλλα ξύλα από πάνω.
Ο ήλιος άρχισε να πέφτει και έπρεπε να επιστρέψουμε. Μια σύντομη στάση έξω από το χωριό να αποθανατίσουμε το ηλιοβασίλεμα.
Όπως είπα και πιο πάνω η Κύπρος είναι γεμάτη με υδατοφράχτες. Το χωριό της Άλασσας, που και αυτό ήταν ένας ενδιάμεσος σταθμός των Λοφιτών προς τον Ύψωνα και είχαν και εκεί περιουσίες που καλλιεργούσαν, μεταφέρθηκε πιο πάνω όταν το 1985 απαλλοτριώθηκε για να φτιαχτεί το Φράγμα του Κούρη.
Κυπριακές συνταγές μπορείτε να βρείτε στο βιβλίο μου “Κοπιάστε στην Κουζίνα μου, Γεύσεις της Κύπρου”. Πληροφορίες πώς να το αποκτήσετε εδώ.
Το βιβλίο μου κυκλοφορεί και στα Αγγλικά με τον τίτλο “Mint, Cinnamon & Blossom Water, Flavours of Cyprus, Kopiaste!” και διατίθεται σε όλα τα καταστήματα Amazon ή από εμένα.
Μπορείτε να διαβάσετε για άλλα ταξίδια μου εδώ.
Κοπιάστε και Καλή Όρεξη!